Η Αλκυόνη κατοικεί σε πυκνόφυτες όχθες ποταμών, λιμνών, ιχθυοτροφείων καθώς και σε βραχώδεις ή θαμνώδεις ακτές των θαλασσών. Χαρακτηρίζεται άγριο και δύσπιστο πτηνό. Στην Ελλάδα φθάνει περίπου στο τέλος του Καλοκαιριού, αρχές Σεπτεμβρίου και αναχωρεί στα τέλη Μαρτίου. Έχει σχετικά κοντά φτερά. Το γρήγορο, ίσιο και χαμηλό πέταγμά της πάνω από το νερό, δίνει την εντύπωση γαλάζιου βέλους που σχίζει τον αέρα Γεννά 5 - 9 λευκά σφαιρικά αυγά το Χειμώνα (Γενάρη ) .
Τρέφεται με ψάρια γι’ αυτό το κρέας της δεν είναι νόστιμο. Αντίθετα το πτέρωμά της είναι περιζήτητο για στολισμούς γυναικείων ενδυμάτων και καπέλων.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι το πουλί Αλκυόνη, ήταν η κόρη του βασιλιά Aίολου, που ο Δίας μεταμόρφωσε σε πτηνό μετά την αυτοκτονία της λόγω του θανάτου του αγαπημένου της άνδρα , Κύηκα και επειδή οι αλκυόνες γεννούν τα αυγά τους τον Ιανουάριο σε φωλιές μέσα στους βράχους, ο Δίας επέτρεψε στον ήλιο να λάμπει δυνατά και να ζεσταίνει τις αλκυόνες μέχρι να επωαστούν τα αυγά τους . Γι' αυτό οι ζεστές μέρες του Γενάρη ονομάστηκαν αλκυονίδες μέρες. Η ονομασία είναι αρχαία ελληνική και προέρχεται από τον Αριστοτέλη.
Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν παρατηρήσει κάποιες μέρες καλοκαιρίας μέσα στον χειμώνα κατά το διάστημα 15η Δεκεμβρίου έως και την 15η Φεβρουαρίου, με μεγαλύτερη συχνότητα το διάστημα 15-31 Δεκεμβρίου και 16-31 Ιανουαρίου. Αυτές ήταν ηλιόλουστες και δίχως δυνατούς ανέμους .
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι κάθε χρόνο υπάρχουν Aλκυονίδες ημέρες. Υπάρχουν και έτη που έλειψαν τελείως, όπως το 1947, αλλά και οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης και διάρκεια αυτών δεν είναι σταθερές. Συνηθέστερα όμως καλύπτουν σχεδόν το δεύτερο ήμισυ του Ιανουαρίου. Παρόλα αυτά, άλλοι επιμένουν να αποδίδουν τη διάρκειά τους σε διάστημα 14 αίθριων ημερών, από τις 15 Δεκεμβρίου έως 15 Φεβρουαρίου στην Ελλάδα, στην καρδιά του χειμώνα.
Απ’ ότι γνωρίζουμε από τη μυθολογία πριν γίνει πουλί η Αλκυόνη ήταν μία πανέμορφη γυναίκα και θυγατέρα του Θεού των ανέμων Αίολου και της Ενάρετης. Η Αλκυόνη πάντα σύμφωνα με το μύθο παντρεύτηκε ένα πολύ όμορφο νεαρό άνδρα ,τον Κύηκα [Κύηξ], το ζευγάρι αγαπούσε τη θάλασσα και ζούσαν στην ακροθαλασσιά ευτυχισμένοι μέχρι την ημέρα που άρχισαν να θεωρεί ο Κύηκας ότι είναι ισάξιοι σε ομορφιά και ευτυχία με τους Θεούς καθώς το εαυτό του και την Αλκυόνη ισάξιους του Δία και της Ήρας.
Αλκυόνη, Herbert James Draper |
ο Κύηκας πήγε μια μέρα για ψάρεμα για ψάρεμα παρά τις παρακλήσεις της γυναίκας του, που είχε κακό προαίσθημα. Πράγματι, έπιασε θαλασσοταραχή και το πλοιάριό του βυθίστηκε. Η Αλκυόνη, που παρακολουθούσε από ένα βράχο, αυτοκτόνησε από την απελπισία της πέφτοντας από τον βράχο. Οι θεοί τους λυπήθηκαν και τους μεταμόρφωσαν σε πτηνά, το θαλασσοπούλι Κύηκα και την Αλκυόνη. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ακόμα και όταν η Αλκυόνη ήταν πλέον θαλασσοπούλι, αγαπούσε τόσο το σύζυγο της που όχι μόνο δεν τον αποχωριζόταν ποτέ, αλλά αν αυτός τύχαινε να αρρωστήσει και ήταν ανίκανος να πετάξει, τον έπαιρνε στους ώμους της και τον κουβαλούσε πάνω της.
Άλλος Ελληνικός Μύθος θέλει την Αλκυόνη μια από τις Πλειάδες, που ήταν κόρες του Τιτάνα Άτλαντα και της Ωκεανίδας Πλειόνης και είχαν γεννηθεί στο όρος Κυλλήνη και θεωρούνταν θεότητες του βουνού. Ονομάζονταν Μαία, Ταϋγέτη, Ηλέκτρα, Στερόπη, Κελαινώ, Αλκυόνη και Μερόπη. Αυτοκτόνησαν από τον καημό τους για την τιμωρία του Δία στον πατέρα τους (γυιό του Ιαπετού, αρχηγό των Τιτανιδών), μετά την Τιτανομαχία. Του επέβαλε να σηκώνει στους ώμους του τον ουράνιο θόλο, πάνω στο βουνό της Αφρικής που πήρε και το όνομα του.
Άλλος Ελληνικός Μύθος ιστορεί ότι ο γίγαντας Ωρίωνας βγήκε για κυνήγι μαζί με τον σκύλο του τον Σείριο. Στο δάσος βρήκε την Αλκυόνη με τις αδελφές της, τις άλλες Πλειάδες, να λούζονται στο ποτάμι τις ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα , αλλά μόλις τις πλησίασε οι νύμφες φοβήθηκαν και απομακρύνθηκαν τρέχοντας. Ο Ωρίων ερωτευμένος τις καταδίωξε για να τις απαγάγει, με τον σκύλο του να ακολουθεί. Η καταδίωξη συνεχίστηκε ώσπου ο Δίας τις έκανε αστερισμό για να τις λυτρώσει. Ο Ωρίωνας όμως τις ακολούθησε στον ουρανό σαν αστερισμός κι αυτός με τον σκύλο του. Έτσι οι Πλειάδες, εμφανίζονται πάντα να ανατέλλουν πρώτες, τις ακολουθεί ο Ωρίωνας που τις κυνηγά σε όλο το στερέωμα με τον Σείριο να τρέχει ξωπίσω του, ώσπου απελπισμένες (δύουν) πέφτουν στην θάλασσα να γλιτώσουν. Πίσω τους βουτάει και ο γίγαντας, και το άλλο βράδυ εμφανίζονται πάλι με την ίδια σειρά, να κυνηγά ο Ωρίωνας τις Πλειάδες και ο Σείριος τον γίγαντα αλυχτώντας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου