Εχθές 27 Οκτωβρίου , παραμονή της ιστορικής επετείου του ΟΧΙ , τιμάται η σημαία της πατρίδας μας - η γαλανόλευκη, που ανεμίζει σε στεριά και θάλασσα με τα χρώματα άσπρο και μπλε . Η Σημαία μας αποτελείται από εννέα οριζόντιες και εναλλασσόμενες λευκές και κυανές λωρίδες που η επιλογή τους δεν είναι καθόλου τυχαία.
Οι θεωρίες αναφορικά με την επιλογή των χρωμάτων και το συμβολισμό τους κρίνονται πολύ συχνά σαν λαϊκοί θρύλοι.
Μια εκδοχή είναι ότι επιλέγησαν τα συγκεκριμένα χρώματα για να συμβολίζουν το γαλάζιο της θάλασσας του αιγαίου και το λευκό των κυμάτων.
Η πιο διαδεδομένη θεωρία για το πλήθος των λωρίδων, είναι ότι συμβολίζουν τις συλλαβές της φράσης «ελευθερία ή θάνατος», οι πέντε κυανές τις συλλαβές «Ε-λευ-θε-ρί-α» και οι τέσσερις λευκές «ή θά-να-τος».
Μέσα σ’ ένα κυανό τετράγωνο στο πάνω προϊστιο μέρος, υπάρχει ένας λευκός σταυρός, που συμβολίζει τον σταυρό του χριστιανισμού και της ορθόδοξης πίστης . Ο σταυρός στον ιστό συμβολίζει το επίσημο θρήσκευμα της χώρας τον χριστιανισμό (κατά άλλους ο σταυρός στον ιστό θεωρείται ότι συμβολίζει τους τέσσερις ορίζοντες , επίσης μια άλλη εκδοχή ότι είναι πανάρχαιο σύμβολο του δυισμού και συμβολίζει τα τέσσερα στοιχεία της φύσης).Μια άλλη εκδοχή είναι ότι για να αποφύγουν το κόκκινο και το πράσινο χρώματα που συνδέονταν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία επιλέγησαν το γαλάζιο και το λευκό.
Για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν λάβαρα και σημαίες με το σύμβολο του σταυρού κατά την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου [Βυζαντινή Αυτοκρατορία] . Κατά την μεταβυζαντινή εποχή σημαίες με στο σύμβολο του σταυρού χρησιμοποιήθηκαν σε εποχές εξεγέρσεων από τους Έλληνες.
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι άρχισε να διαμορφώνεται η εθνική ταυτότητα των Ελλήνων και να σχηματίζεται η έννοια του ελληνικού Έθνους.
Η δημιουργία ελληνικής σημαίας ήρθε στο προσκήνιο την αμέσως επόμενη της Αλώσεως: ο ελληνισμός, ακέφαλος και αδιοργάνωτος, έπρεπε να βρει ένα σύμβολο που θα αναπαριστούσε τη συνοχή με το Βυζάντιο και θα περιέκλειε την εθνική και θρησκευτική ενότητά του. Το πρότυπο του δικέφαλου και, μετέπειτα, μονοκέφαλου αετού κυριαρχούσε σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο αρκετές δεκαετίες μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, στα φλάμπουρα, τις σημαίες, τις παντιέρες και τα μπαϊράκια των υπόδουλων Ελλήνων, στις φουστανέλες και τα επιστήθια των αρματολών και κλεφτών, διατηρώντας έτσι την ιστορική μνήμη και την αντίσταση προς τον αλλόθρησκο κατακτητή, αλλά και τον άρρηκτο συσχετισμό με την Εκκλησία, η οποία διατήρησε το δικέφαλο αετό ως έμβλημά της μέχρι τις μέρες μας.
Δημοτικά τραγούδια των αρματολών του 17ου και 18ου αιώνα αναφέρουν ότι και αυτοί είχαν φλάμπουρα με το σταυρό και άλλα θρησκευτικά σύμβολα.
Η σημαία με το λευκό σταυρό και το μπλέ φόντο χρησιμοποιήθηκε στην εξέγερση της Μακεδονίας υπό τους Νικοτσάρα και Σταθά το έτος 1807.Αυτή ευλογήθηκε και υψώθηκε το 1807 στη Μονή της Ευαγγελίστριας στη Σκιάθο. Σ΄αυτή ο ηγούμενος Νήφων όρκισε τους οπλαρχηγούς Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ανδρέα Μιούλη, Παπαθύμιο Βλαχάβα, Γιάννη Σταθά, Νικοτσάρα, τον Σκιαθίτη δάσκαλο του Γένους Επιφάνιο-Στέφανο Δημητριάδη, τους Λαζαίους, τον Αναστάσιο Καρατάσο, τον Λιόλιο Ξηρολειβαδίτη, τον Νικόλαο Τσάμη και πολλούς άλλους.
Οι καπεταναίοι είχαν συγκεντρωθεί στο Μοναστήρι για να σχεδιάσουν τις επόμενες κινήσεις τους για την Επανάσταση. Παραλλαγή της ήταν η σημαία του Παπαφλέσσα, φτιαγμένη από το μπλε εσωτερικό του ράσου του και την φουστανέλα ενός συμπολεμιστή του. Σημαίες με το σταυρό χρησιμοποιήθηκαν από τις πρώτες μέρες της Επανάστασης του 1821, και μάλιστα κατά την κήρυξη της Επανάστασης την 25η Μαρτίου από τον Επίσκοπο Γερμανό
Η πρώτη απ” αυτές τις σημαίες με το δικέφαλο αετό ήταν η σημαία του Πελοποννήσου κλέφτη Κορκόνδειλα Κλαδά, η οποία ήταν κόκκινη με δικέφαλο αετό στη μέση και υψώθηκε το 1464 στη γενέτειρά του, ενώ από το 1479-1482 κυμάτιζε στη Μάνη και τη Χειμάρρα, αντίστοιχα
Όσο ρίζωνε η σκλαβιά, οι υπόδουλοι Έλληνες άρχισαν να φτιάχνουν δικές τους ξεχωριστές σημαίες, πιο προσωπικές και διαφορετικές από την «αρχέτυπη» βυζαντινή, με ποικιλία χρωμάτων και σχεδίων, οι οποίες όμως – με ελάχιστες εξαιρέσεις – είχαν ένα κοινό σημείο: το Σταυρό ή/και την εικόνα ενός Αγίου. Ο σταυρός ήταν το σύμβολο αυτό που ένωνε τους Έλληνες με τη σκέψη της ελευθερίας και τους συνέδεε με το χριστιανισμό. Από τις «νέες» αυτές σημαίες, η πρώτη που αναφέρεται είναι αυτή των Κρητών, οι οποίοι ανακηρύσσοντας Δημοκρατία πριν από το 1453, ύψωσαν κόκκινη σημαία με την εικόνα του Απόστολου Τίτου, προστάτη του νησιού.
Κατά το πρώτο έτος της Επανάστασης δεν υπήρχε ενιαία διοίκηση και, συνεπώς, ένα ενιαίο σύμβολο του αγώνα, και έτσι ο κάθε οπλαρχηγός, εμπνευσμένος από το πάθος της ελευθερίας, τις ιστορικές του γνώσεις, τη θρησκευτική του προσήλωση, την προσωπική του φαντασία, τις οικογενειακές του παραδόσεις και το μίσος για τους Τούρκους, χρησιμοποιούσε τη δική του σημαία. Όλες, όμως, έφεραν το σημάδι του σταυρού (ένδειξη θρησκευτικής ευλάβειας). Η παλαιότερη από τις επαναστατικές σημαίες, αν εξαιρέσουμε τις ήδη υπάρχουσες πριν από την Επανάσταση, ήταν αυτή της Φιλικής Εταιρείας. Κατασκευάστηκε με τις οδηγίες του Παλαιών Πατρών Γερμανού από λευκό ύφασμα και έφερε τα σύμβολα του εφοδιαστικού των ιερέων της Φιλικής Εταιρείας (τον ιερό δεσμό με τις 16 στήλες) και πάνω από αυτό κόκκινο σταυρό, περιβαλλόμενο από στεφάνι κλαδιών ελιάς• κάτω από το σταυρό υπήρχαν δύο λογχοφόρες σημαίες με τα αρχικά ΗΕΑ και ΗΘΣ (Ή Ελευθερία ή Θάνατος).
Το 1822, μόλις ένα έτος από την διακήρυξη της ανεξαρτησίας και το ξεκίνημα του αγώνα των Ελλήνων, λαμβάνει χώρα η Α´ Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο. Το Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος που προέκυψε από αυτή την συνέλευση, είναι ουσιαστικά το πρώτο ελληνικό σύνταγμα.
Το πολίτευμα καθιέρωσε τα χρώματα κυανό και λευκό και ανέθεσε στο Εκτελεστικό Σώμα να προσδιορίσει τη μορφή της.
Οι θεωρίες αναφορικά με την επιλογή των χρωμάτων και το συμβολισμό τους κρίνονται πολύ συχνά σαν λαϊκοί θρύλοι.
Μια εκδοχή είναι ότι επιλέγησαν τα συγκεκριμένα χρώματα για να συμβολίζουν το γαλάζιο της θάλασσας του αιγαίου και το λευκό των κυμάτων.
Η πιο διαδεδομένη θεωρία για το πλήθος των λωρίδων, είναι ότι συμβολίζουν τις συλλαβές της φράσης «ελευθερία ή θάνατος», οι πέντε κυανές τις συλλαβές «Ε-λευ-θε-ρί-α» και οι τέσσερις λευκές «ή θά-να-τος».
Μέσα σ’ ένα κυανό τετράγωνο στο πάνω προϊστιο μέρος, υπάρχει ένας λευκός σταυρός, που συμβολίζει τον σταυρό του χριστιανισμού και της ορθόδοξης πίστης . Ο σταυρός στον ιστό συμβολίζει το επίσημο θρήσκευμα της χώρας τον χριστιανισμό (κατά άλλους ο σταυρός στον ιστό θεωρείται ότι συμβολίζει τους τέσσερις ορίζοντες , επίσης μια άλλη εκδοχή ότι είναι πανάρχαιο σύμβολο του δυισμού και συμβολίζει τα τέσσερα στοιχεία της φύσης).Μια άλλη εκδοχή είναι ότι για να αποφύγουν το κόκκινο και το πράσινο χρώματα που συνδέονταν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία επιλέγησαν το γαλάζιο και το λευκό.
Για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν λάβαρα και σημαίες με το σύμβολο του σταυρού κατά την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου [Βυζαντινή Αυτοκρατορία] . Κατά την μεταβυζαντινή εποχή σημαίες με στο σύμβολο του σταυρού χρησιμοποιήθηκαν σε εποχές εξεγέρσεων από τους Έλληνες.
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι άρχισε να διαμορφώνεται η εθνική ταυτότητα των Ελλήνων και να σχηματίζεται η έννοια του ελληνικού Έθνους.
Η δημιουργία ελληνικής σημαίας ήρθε στο προσκήνιο την αμέσως επόμενη της Αλώσεως: ο ελληνισμός, ακέφαλος και αδιοργάνωτος, έπρεπε να βρει ένα σύμβολο που θα αναπαριστούσε τη συνοχή με το Βυζάντιο και θα περιέκλειε την εθνική και θρησκευτική ενότητά του. Το πρότυπο του δικέφαλου και, μετέπειτα, μονοκέφαλου αετού κυριαρχούσε σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο αρκετές δεκαετίες μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, στα φλάμπουρα, τις σημαίες, τις παντιέρες και τα μπαϊράκια των υπόδουλων Ελλήνων, στις φουστανέλες και τα επιστήθια των αρματολών και κλεφτών, διατηρώντας έτσι την ιστορική μνήμη και την αντίσταση προς τον αλλόθρησκο κατακτητή, αλλά και τον άρρηκτο συσχετισμό με την Εκκλησία, η οποία διατήρησε το δικέφαλο αετό ως έμβλημά της μέχρι τις μέρες μας.
Δημοτικά τραγούδια των αρματολών του 17ου και 18ου αιώνα αναφέρουν ότι και αυτοί είχαν φλάμπουρα με το σταυρό και άλλα θρησκευτικά σύμβολα.
Η σημαία με το λευκό σταυρό και το μπλέ φόντο χρησιμοποιήθηκε στην εξέγερση της Μακεδονίας υπό τους Νικοτσάρα και Σταθά το έτος 1807.Αυτή ευλογήθηκε και υψώθηκε το 1807 στη Μονή της Ευαγγελίστριας στη Σκιάθο. Σ΄αυτή ο ηγούμενος Νήφων όρκισε τους οπλαρχηγούς Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ανδρέα Μιούλη, Παπαθύμιο Βλαχάβα, Γιάννη Σταθά, Νικοτσάρα, τον Σκιαθίτη δάσκαλο του Γένους Επιφάνιο-Στέφανο Δημητριάδη, τους Λαζαίους, τον Αναστάσιο Καρατάσο, τον Λιόλιο Ξηρολειβαδίτη, τον Νικόλαο Τσάμη και πολλούς άλλους.
Οι καπεταναίοι είχαν συγκεντρωθεί στο Μοναστήρι για να σχεδιάσουν τις επόμενες κινήσεις τους για την Επανάσταση. Παραλλαγή της ήταν η σημαία του Παπαφλέσσα, φτιαγμένη από το μπλε εσωτερικό του ράσου του και την φουστανέλα ενός συμπολεμιστή του. Σημαίες με το σταυρό χρησιμοποιήθηκαν από τις πρώτες μέρες της Επανάστασης του 1821, και μάλιστα κατά την κήρυξη της Επανάστασης την 25η Μαρτίου από τον Επίσκοπο Γερμανό
Η πρώτη απ” αυτές τις σημαίες με το δικέφαλο αετό ήταν η σημαία του Πελοποννήσου κλέφτη Κορκόνδειλα Κλαδά, η οποία ήταν κόκκινη με δικέφαλο αετό στη μέση και υψώθηκε το 1464 στη γενέτειρά του, ενώ από το 1479-1482 κυμάτιζε στη Μάνη και τη Χειμάρρα, αντίστοιχα
Όσο ρίζωνε η σκλαβιά, οι υπόδουλοι Έλληνες άρχισαν να φτιάχνουν δικές τους ξεχωριστές σημαίες, πιο προσωπικές και διαφορετικές από την «αρχέτυπη» βυζαντινή, με ποικιλία χρωμάτων και σχεδίων, οι οποίες όμως – με ελάχιστες εξαιρέσεις – είχαν ένα κοινό σημείο: το Σταυρό ή/και την εικόνα ενός Αγίου. Ο σταυρός ήταν το σύμβολο αυτό που ένωνε τους Έλληνες με τη σκέψη της ελευθερίας και τους συνέδεε με το χριστιανισμό. Από τις «νέες» αυτές σημαίες, η πρώτη που αναφέρεται είναι αυτή των Κρητών, οι οποίοι ανακηρύσσοντας Δημοκρατία πριν από το 1453, ύψωσαν κόκκινη σημαία με την εικόνα του Απόστολου Τίτου, προστάτη του νησιού.
Κατά το πρώτο έτος της Επανάστασης δεν υπήρχε ενιαία διοίκηση και, συνεπώς, ένα ενιαίο σύμβολο του αγώνα, και έτσι ο κάθε οπλαρχηγός, εμπνευσμένος από το πάθος της ελευθερίας, τις ιστορικές του γνώσεις, τη θρησκευτική του προσήλωση, την προσωπική του φαντασία, τις οικογενειακές του παραδόσεις και το μίσος για τους Τούρκους, χρησιμοποιούσε τη δική του σημαία. Όλες, όμως, έφεραν το σημάδι του σταυρού (ένδειξη θρησκευτικής ευλάβειας). Η παλαιότερη από τις επαναστατικές σημαίες, αν εξαιρέσουμε τις ήδη υπάρχουσες πριν από την Επανάσταση, ήταν αυτή της Φιλικής Εταιρείας. Κατασκευάστηκε με τις οδηγίες του Παλαιών Πατρών Γερμανού από λευκό ύφασμα και έφερε τα σύμβολα του εφοδιαστικού των ιερέων της Φιλικής Εταιρείας (τον ιερό δεσμό με τις 16 στήλες) και πάνω από αυτό κόκκινο σταυρό, περιβαλλόμενο από στεφάνι κλαδιών ελιάς• κάτω από το σταυρό υπήρχαν δύο λογχοφόρες σημαίες με τα αρχικά ΗΕΑ και ΗΘΣ (Ή Ελευθερία ή Θάνατος).
Το 1822, μόλις ένα έτος από την διακήρυξη της ανεξαρτησίας και το ξεκίνημα του αγώνα των Ελλήνων, λαμβάνει χώρα η Α´ Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο. Το Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος που προέκυψε από αυτή την συνέλευση, είναι ουσιαστικά το πρώτο ελληνικό σύνταγμα.
Το πολίτευμα καθιέρωσε τα χρώματα κυανό και λευκό και ανέθεσε στο Εκτελεστικό Σώμα να προσδιορίσει τη μορφή της.